- ακροδυνία
- η мед. акродиния
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
ακροδυνία — Πάθηση άγνωστης αιτιολογίας που συνοδεύεται από ποικίλα εξωτερικά συμπτώματα, όπως κνησμό, μυρμηκιάσεις, ερυθήματα του δέρματος, οιδήματα και γενικές διαταραχές, όπως κρίσεις άφθονης εφίδρωσης, ταχυκαρδία, υπέρταση, ψυχικές διαταραχές που… … Dictionary of Greek
βιταμίνες — Ουσίες που βρίσκονται, σε πολύ μικρές ποσότητες, στις τροφές των ζώων και του ανθρώπου και είναι απαραίτητες για τη φυσιολογική ανάπτυξη και την υγεία τους. Παντελής ή μερική στέρηση μίας ή περισσότερων β. από το διαιτολόγιο προκαλεί παθολογικές… … Dictionary of Greek